Όλα όσα μας συμβαίνουν γίνονται
επειδή εμείς τα ζητήσαμε. Ακόμα και όσα φαίνονται να συμβαίνουν πέρα από
τη δική μας επιθυμία ή έλεγχο και αυτά τα έχουμε επιλέξει. Όχι ως γεγονότα,
αλλά ως τρόπο που στεκόμαστε απέναντί τους.
Στοχάσου: τα γεγονότα υπάρχουν από μόνα τους ή η γνώμη μας γι’
αυτά τα καθορίζει και ενδεχομένως τα φέρνει σε ύπαρξη;
….η μεγάλη αλήθεια είναι πως τα γεγονότα είναι αφ’ εαυτού τους ουδέτερα.
Ούτε καλά, ούτε κακά. Ο τρόπος που θα τα ερμηνεύσουμε θα τους αποδώσει την
ιδιαίτερη ποιότητα τους, αλλά και νόημα. Γιατί από μόνα τους δεν έχουν! Αποκτούν
το νόημα που εμείς τους δίνουμε.
Υπάρχει και κάτι ακόμα πιο παράδοξο. Όχι μόνο τα γεγονότα
στερούνται νοήματος, αλλά και αυτό που τους δίνουμε εμείς δεν έχει καν σχέση με
την αλήθεια. Κάθε αποφαντική θέση μας, όσο τεκμηριωμένη και αν φαίνεται είναι
στηριγμένη σε ελλιπείς πληροφορίες. Όποια κρίση και αν κάνουμε είναι
περιορισμένη από την ίδια την αδυναμία μας να έχουμε πλήρη επίγνωση όλων των
λεπτομερειών ενός γεγονότος, καθώς και όλων των παραμέτρων του που αφορούν στο
παρελθόν του και στις προεκτάσεις του στο μέλλον. Αυτό μας οδηγεί συχνά να
χαρακτηρίζουμε θετικό ένα γεγονός που καταλήγει να οριστεί ως αρνητικό κάποια
στιγμή αργότερα. Και το αντίθετο. Έτσι, ούτε τα γεγονότα έχουν νόημα από μόνα τους,
αλλά ούτε και η κρίση μας γι’ αυτά μπορεί να τους αποδώσει σταθερό και
αμετάκλητο νόημα, καθώς εξ ορισμού είναι περιορισμένη και συχνά μεταβαλλόμενη. Η αναζήτηση της αντικειμενικής διάστασης σε
ένα συμβάν είναι καταδικασμένη από τους περιορισμούς των αισθήσεων μας και των δεδομένων της γεωγραφικής
πολιτισμικής και ιστορικής στιγμής κατά την οποία το κρίνουμε. Το μόνο βέβαιο
είναι η υποκειμενικότητα της κρίσης μας.
Και εφόσον εμείς αποδίδουμε στα συμβάντα νόημα, αυτό που συμβαίνει
τελικά είναι να ζούμε το αποτέλεσμα των
επιθυμιών μας.
Γιατί αυτός ο κόσμος είναι γεμάτος από δυστυχία;
Επειδή επιλέγουμε τον πόνο αντί τη χαρά.
Η εμμονή να σκεφτόμαστε δυσάρεστες καταστάσεις που αφορούν στο παρελθόν ή τις πιθανολογούμε
για το μέλλον, δεν είναι παρά μια επιλογή πόνου.
….Όσο κι αν φαίνεται παράλογο λατρεύουμε τον πόνο και τον
αναγορεύουμε σε μέγα δάσκαλο και οδηγό. Για
να αλλάξουμε πορεία προϋπόθεση είναι να εγκαταλείψουμε την επιθυμία του εγώ για επίθεση και εκδίκηση. Συχνά το εγώ μας ωθεί σε επιθετική
συμπεριφορά για προληπτικούς λόγους!
Βεβαίως, το πιθανότερο είναι ότι θα διασφαλίσει μια ανάλογη
επιθετική ανταπόκριση και θα επιβεβαιώσει ότι είχε πράγματι δίκιο και ότι αυτός
είναι όντως ένας κόσμος εκδίκησης και μίσους.
Έτσι ο άνθρωπος βλέπει στον κόσμο αρνητικά χαρακτηριστικά –χάνεται και ο
άνθρωπος βλέπει τον κόσμο ως αιτία δυστυχίας του και όχι ως αποτέλεσμα της δικής
του απόφασης να κρίνει αρνητικά τα γεγονότα και τα πρόσωπα. Γιατί όμως επιλέγουμε τον πόνο;
Επειδή δεν αναγνωρίζουμε την τελειότητα και την αγαθότητά μας. Επειδή
δε συνειδητοποιούμε ότι είμαστε ουράνια όντα, παιδιά του επουράνιου Πατέρα,
εξίσου άγιοι, πλήρεις αιώνιοι όπως Εκείνος.
Έχουμε ξεχάσει την αληθινή μας ταυτότητα και στη θέση της βλέπουμε έναν
εαυτό θνητό, ατελή, αμαρτωλό (μη άρτιο).
Έτσι οι άλλοι έχουν το πρόβλημα ο κόσμος είναι κακός και όχι
εμείς. Οι δικές μας ενοχές και η αυτοκαταδίκη συγκαλύπτονται. Αυτός ο
μηχανισμός αποκτά τις πιο οδυνηρές του προεκτάσεις στις προσωπικές μας σχέσεις.
…….Και ως ατελείς είμαστε ένοχοι. Αυτό επιφέρει φόβο τιμωρίας. Αυτός
ο φόβος μεταμφιέζεται σε θυμό και επίθεση κατά του άλλου. Την ενοχή για τη δική
μας ατέλεια την κατευθύνουμε πάνω του κατηγορώντας τον για ασυνέπεια, αδιαφορία,
κακία, προδοσία κλπ. Προβάλλοντας σε εκείνον την ενοχή μας, καθιστάμεθα
επιφανειακά αθώοι. Και εδώ υπάρχει μια πολύ λεπτή παγίδα. Αν επιλέξουμε να
αντιμετωπίσουμε την προδοσία, την αδιαφορία του και ό,τι χαρακτηρίζουμε αρνητικό
στη συμπεριφορά του με μεγαλοθυμία και ανοχή, «συγχωρώντας» τον, τότε
αναβαθμιζόμαστε. Είμαστε πλέον το θύμα που συγχωρεί τον θύτη και έτσι
καθαγιαζόμαστε. Σε αυτή την περίπτωση έχουμε ανάγκη την ενοχή του ώστε να
φαινόμαστε αθώοι. Η αγιοσύνη μας στηρίζεται στην παραχώρηση συγχώρεσης για τη
διατήρηση της αρνητικής –όπως τη χαρακτηρίζουμε- στάσης του. Με λίγα λόγια
πρέπει να συνεχίσει να αμαρτάνει ώστε να
είναι εκείνος ένοχος και εμείς να συνεχίζουμε να είμαστε αθώοι και άγιοι. Αν σταματήσει,
δε θα έχουμε σημείο αναφοράς για να αποδείξουμε την αγιοσύνη –αθωότητά μας και
έτσι η ενοχή μας θα επιστρέψει. Συνεπώς έχουμε ανάγκη να βλέπουμε τον άλλο, και
κατ΄ επέκταση τον κόσμο, αμαρτωλό, ατελή, κακό. Έχουμε ανάγκη από τα λάθη του
αδελφού μας για να μπορούμε να τα συγχωρούμε και έτσι να εξιλεωνόμαστε για τα
δικά μας. Αυτό βέβαια είναι οδυνηρό. Το σχήμα
«αγιοποίησης-αθώωσης» δε μας λυτρώνει πραγματικά επειδή συντηρούμε την ενοχή
στο νου μας και επειδή περιέχει πόνο, παράπονο και μια καλά κρυμμένη επιθυμία
εκδίκησης. Ακόμα και όταν δεν είναι
συνειδητή, καλυμμένη κάτω από τη μεγαλοθυμία της συγχώρεσης μας κατά βάθος και «εμείς
και ο Θεός γνωρίζουμε ότι ο άλλος είναι ένοχος» απλώς του έχουμε δώσει
αναστολή. Ακριβώς τα ίδια πιστεύουμε ενδόμυχα για τον εαυτό μας.
«Μυστική Οδύσσεια» Ιουλία Πιτσούλη